Κεντρική Σελίδα Ψηφοφορίες Εκδόσεις Online Αγορές Επικοινωνία
   
Ομορφιά - ΔίαιταΥγείαΨυχολογίαFeng-ShuiΑγαπημέναΑστρολογίαΣχεσεις
 
Ημερήσιο Ωροσκόπιο 2024
Καλύτερες Ημέρες
Ταρώ NAI/OXI  new
Ερωτικό Ταρώ  new
Προσωπικό Ωροσκόπιο
Οι πλανήτες Τώρα
Ωροσκόπιο Σελήνης
Μηνιαίο Ωροσκόπιο  new
Εβδομαδίαιο Ωροσκόπιο 2024  new
Κοσμικοί Βιορυθμοί
Προσωπικές αναλύσεις
Personal Reports
Ερωτική συναστρία
Αφροδίτη & Έρωτας
Επίκαιρα Θέματα
Τα 12 ζώδια
Ζώδια – Χαρακτηριστικά
Ζωδια – Υγεία
Ζωδια – Ταυτότητα
Η Σελήνη κενή πορείας
Αστρολογία-Διαφημίσεις
Αστρολόγοι-Μέντιουμ
Ερωτικό Ταρώ CELTIC C
Οι εκλείψεις του 2024  new
Οι Πλανητικές ώρεs
Ανάδρομοι πλανήτες 2024  new
Ερμής ανάδρομος 2024  new
Αρθρα Αστρολογίας
Βιβλία Αστρολογίας
Οι Πλανήτες του Μηνα  new
Online Αγορές
Αστρολογικό Ταρώ
Ο ωροσκόπος σας
 
 
Αστρολογία Περισσότερα άρθρα | Συνοπτική λίστα άρθρων |
Από το παράδειγμα στη Μέθοδο για την αστρολογικη ερευνα
 
  Print this article E-mail this article to a friend   
 
Πηγή: ANEW.GR
 
   Σελίδα 2 από 2  
 

Θεμελιώδεις Αρχές του Μηχανιστικού Παραδείγματος

Τον 17ο αιώνα οι ιδρυτές της σύγχρονης επιστήμης – Μπέικον, Ντεκάρτ, Νεύτων και Γαλιλαίος – αντιλήφθηκαν την πραγματικότητα σαν μια μηχανή. Έτσι και το παράδειγμα που επρόκειτο να κυριαρχήσει στον δυτικό πολιτισμό ονομάστηκε μηχανιστικό. Οι πρώτοι ερευνητές ανακάλυψαν ότι πολλές πλευρές της πραγματικότητας μπορούσαν να αναλυθούν στα λειτουργικά τους μέρη, στη συνέχεια να συναρμολογηθούν και να τεθούν πάλι σε λειτουργία, όπως ακριβώς κάνουμε και με μια μηχανή. Αυτού του είδους η αποσυναρμολόγηση – συναρμολόγηση μας έδειχνε τον τρόπο που λειτουργούσαν τα πράγματα. Κάθε τι «πραγματικό» έπρεπε, κατά συνέπεια, να αντιμετωπίζεται ως κάτι που είχε μηχανικές ιδιότητες.

Η πεμπτουσία της μηχανιστικής προσέγγισης ήταν η πεποίθηση ότι όλα τα «φυσικά» φαινόμενα μπορούν να ερμηνευθούν με τους νόμους της εν κινήσει ύλης. Η ύλη μπορούσε να διασπασθεί σε ελάχιστα σωματίδια, διακριτά στο χώρο, ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, ανίκανα να αισθανθούν ή να κινηθούν από μόνα τους. Η κίνηση μπορούσε να μεταδοθεί μόνο διαμέσου του κενού χώρου είτε με άμεση επαφή είτε με μια σειρά άμεσων επαφών μεταξύ των υλικών μονάδων. Με λίγα λόγια, ο μηχανισμός υπόσχονταν να εξηγήσει όλα τα φυσικά φαινόμενα με μία και μοναδική αρχή – την ύλη σε κίνηση.

Ο Ρενέ Ντεκάρτ (1596-1650) υποστήριξε ότι οι πρωταρχικές ιδιότητες του Σύμπαντος ήταν φυσικές και μαθηματικές. Το βασικό δόγμα του καρτεσιανισμού υπήρξε η διαίρεση της πραγματικότητας στη νόηση (res cogitans), η ουσία της οποίας είναι η σκέψη, και στη σκέψη (res extensa), η ουσία της οποίας είναι η έκταση σε τρεις διαστάσεις. Απομονώνοντας τη νόηση από την υπόλοιπη πραγματικότητα, η επιστήμη ήταν ελεύθερη να ασχοληθεί με μια καθαρή res extensa, αμόλυντη από τα μη μαθηματικά χαρακτηριστικά της ύπαρξης. Συνεπαγόταν ότι αυτό που δεν ήταν εκτατό και μετρήσιμο περιλάμβανε το σύνολο της νοητικής και πνευματικής πραγματικότητας. Δεν ήταν απλώς η νόηση που είχε αποχωριστεί από την ύλη, αλλά και ο ίδιος ο Θεός – με άλλα λόγια, η νόηση και ο Θεός αποτελούσαν διακριτές οντολογικές υποστάσεις. Ενώ η επιστήμη αρχικά λειτουργούσε στα πλαίσια ενός υπερφυσικού δυισμού, όπου στην ψυχή και στο Θεό αποδίδονταν επεξηγηματικές λειτουργίες και, συνεπώς, αιτιακές δυνάμεις, η επιτυχία της μηχανιστικής προσέγγισης στη φυσική οδήγησε σύντομα στη βεβαιότητα ότι η προσέγγιση αυτή έπρεπε να εφαρμοστεί στο σύνολο της πραγματικότητας. Ο Θεός πρώτα απεκδύθηκε όλων των αιτιακών του δυνάμεων (εκτός από αυτή της αρχικής δημιουργίας του κόσμου) και, στη συνέχεια, οι μεταγενέστεροι στοχαστές μετέτρεψαν αυτόν τον θεϊσμό σε απόλυτο αθεϊσμό.



Με τον ίδιο τρόπο, η ανθρώπινη συνείδηση υποβαθμίστηκε σταδιακά και σε αντίστροφη αναλογία με τις κατακτήσεις της ματεριαλιστικής επιστήμης. Τον 18ο αιώνα η νόηση θεωρήθηκε «επιφαινόμενο», δηλαδή πραγματικό φαινόμενο, αλλά μόνο ως αποτέλεσμα, όχι ως αιτία. Τέλος, εξαλείφθηκε ολοκληρωτικά ως διακριτή οντότητα και διατυπώθηκε η άποψη ότι επρόκειτο απλώς για ένα χαρακτηριστικό που εμφανίζει ο εγκέφαλος. Αυτή η αντίληψη είναι γνωστή ως «θέση της ψυχο-νευρολογικής ταυτότητας» - ότι δηλαδή η νόηση είναι απλώς μια λέξη που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τη βιοχημεία των νευρολογικών μηχανισμών. 

Τα πράγματα δείχνουν ότι το μηχανιστικό παράδειγμα είναι ματεριαλιστικό στον πυρήνα του. Εμπεριέχει το αξίωμα ότι κάτι που στερείται το συστατικό της ύλης δεν υπάρχει. Ο Griffin (1988) παρατηρεί ότι η απομυθοποίηση του κόσμου είναι αποτέλεσμα αλλά και προϋπόθεση της σύγχρονης επιστήμης. Με τον όρο «απομυθοποίηση» (disenchantment) εννοεί την άρνηση κάθε υποκειμενικότητας στη φύση, κάθε εμπειρίας, συναισθήματος ή πρόθεσης. Η ορθόδοξη επιστήμη, σημειώνει ο Griffin, μπορεί να εφαρμοστεί μόνο σε κάτι από το οποίο έχει αφαιρεθεί η μαγεία, κάτι χωρίς ψυχή. Αφαιρείται αυτό που ο Πλάτωνας προσδιορίζει ως ψυχή, κάτι που κινείται μόνο του και ορίζει τον εαυτό του, τουλάχιστον εν μέρει, επιδιώκοντας συγκεκριμένους σκοπούς. Από ένα αυστηρά επιστημονικό πρίσμα, λοιπόν, το ανθρώπινο είδος πρέπει να ερμηνευτεί με καθαρά απρόσωπους όρους, ως κάτι χωρίς δημιουργικότητα, χωρίς αυτοκαθορισμό και χωρίς τίποτε που θα μπορούσε να θεωρηθεί θεϊκό.

Και η μεταφυσική της σύγχρονης επιστήμης ήταν ντετερμινιστική στο βαθμό που ισχυριζόταν ξεκάθαρα ότι όλα τα φαινόμενα, συμπεριλαμβανομένων και των ηθικών επιλογών, καθορίζονται απόλυτα από τις προϋπάρχουσες αιτίες. Αυτό σήμαινε ότι η αιτίαση ήταν αποκλειστικά υλική διαμέσου της άμεσης φυσικής επαφής. Δεν υπήρχε περιθώριο για κανένα στοιχείο εσωτερικής αιτίασης («ελεύθερη βούληση»), ούτε αναγωγικής αιτίασης από κάποια υποτιθέμενη ανώτερη πηγή – πλανητική, θεϊκή ή πνευματική. Αυτή η υπόθεση απόκοψε ριζικά κάθε πιθανότητα να γίνει κατανοητή η αστρολογική σύνδεση ανάμεσα στα ουράνια και τα γήινα φαινόμενα. Στο βαθμό που η αστρολογία δεν μπορούσε να εξηγηθεί με όρους επιστημονικού ντετερμινισμού, έγινε ακατανόητη, ένα ψευδεπίγραφο σύστημα πεποιθήσεων προσηλωμένο σε ένα έκπτωτο παράδειγμα.     

Κατά την περίοδο της σύλληψής του, ο μηχανισμός αντιπροσώπευε μια πανίσχυρη πρόκληση στην οργανική κοσμοαντίληψη της προ-επιστημονικής Ευρώπης. Εκεί όπου οι μηχανιστές αντιλαμβάνονταν το σύμπαν σαν μια άψυχη μηχανή, οι μεσαιωνικοί «φυσικοί φιλόσοφοι» θεωρούσαν ότι το σύμπαν έμοιαζε περισσότερο με ένα ζωντανό οργανισμό. Όμως, αυτή ήταν η πρωταρχική κοσμοαντίληψη που με τη μία ή την άλλη μορφή κυριάρχησε σε όλους τους τόπους και σε όλες τις εποχές ξεκινώντας από τις πρωτόγονες φυλές. Οι αρχαίοι πολιτισμοί έβλεπαν τον κόσμο σαν ένα μαγεμένο κήπο, όπου κάποιο είδος Συμπαντικής Συνείδησης ή η «ψυχή του κόσμου» ενυπήρχε σε όλα τα μέρη και σε όλες τις διαδικασίες της φύσης. Γι’ αυτούς τα πάντα ήταν έμβια και ενδόμυχα συντονισμένα (sympathetic resonance) μεταξύ τους. Πρόκειται γι΄ αυτό που ονομάζουμε ανιμισμό, την αντίληψη δηλαδή ότι κάθε τι στη φύση είναι έμψυχο και παίρνει ζωή από μια πνευματική, ενοικούσα παρουσία. Οι μικρότερες ψυχές κούρνιαζαν στη μεγάλη ψυχή, ψυχές μέσα στην Ψυχή. Τα γεγονότα δεν συνέβαιναν τυχαία, αλλά αποτελούσαν εκδηλώσεις μιας άπειρης, εμπρόθετης συνείδησης που γνώριζε τα πάντα και διαχέονταν σε όλη την ύπαρξη.

Επειδή ο κόσμος ήταν μια μεγάλη ιεραρχία της Ύπαρξης, τίποτε δεν βρίσκονταν απομονωμένο από το άλλο και κάθε έμβιο ον ανήκε στη μία ζωή που έρεε μέσα σε όλα τα πράγματα. Με τον ίδιο τρόπο, ένα συμβάν μπορούσε να ερμηνευθεί με βάση το θεϊκό του σκοπό ή λειτουργία σε ένα γεμάτο νόημα κόσμο. Η αστρολογία είχε ως επίκεντρο αυτή ακριβώς την πεποίθηση, αφού όχι μόνο πρότεινε μια ενοποιητική κοσμοθεωρία όπου τα πάντα συνδέονταν μεταξύ τους, αλλά πρόσφερε και μια συμβολική γλώσσα με τη βοήθεια της οποίας μπορούσαν να εξηγηθούν τα διάφορα νοήματα και οι αντιστοιχίες των φυσικών φαινομένων.

Κατά το τέλος του 18ου αιώνα οι διανοούμενοι ζούσαν σε έναν κόσμο που στην πραγματικότητα ήταν νεκρός, που είχε κατασκευαστεί και τεθεί σε κίνηση από κάποια υπερβατική (όχι ενυπάρχουσα) Θεότητα, όπου όλα τα συνακόλουθα συμβάντα οφείλονταν σε μηχανικές αλληλεπιδράσεις και σε λογικές αρχές. Ένας τέτοιος κόσμος ήταν στατικός και άσκοπος αφού θεωρούσαν ότι ο Θεός δεν είχε καμιά περαιτέρω πρόθεση πέρα από την αρχική του δημιουργία. Αντίθετα, οποιαδήποτε υπόνοια ότι ο φυσικός κόσμος είχε κάποια πρόθεση αντιμετωπίζονταν σαν αφελώς ανθρωποκεντρική αντίληψη, μια προβολή της ανθρώπινης υποκειμενικότητας στον φυσικό κόσμο. Η έννοια της συνείδησης ως κάτι που ενυπάρχει στην ύλη απαλείφθηκε εξαιτίας της καρτεσιανής διχοτόμησης πνεύματος και ύλης. Ακριβώς αυτή η διχοτόμηση πρόσφερε τη δικαιολόγηση στον απόλυτο μηχανικό ματεριαλισμό της σύγχρονης επιστήμης. Από το σημείο αυτό και μετά, η έννοια του Θεού περιορίστηκε αυθαίρετα στην υπερβατική της πλευρά, ενώ η έννοια της ενυπάρχουσας θεότητας είτε ξεχάστηκε είτε απαλείφθηκε. Αυτό σημαίνει ότι ο μακρόκοσμος και ο μικρόκοσμος, ο κόσμος και η ψυχή, δεν συνδέονταν πια με τους συνηχούντες δεσμούς (resonant bonds) παλλόμενων συχνοτήτων που ένωναν τον ουρανό με τη γη.

Αφού η μηχανιστική αντίληψη αρνήθηκε σαφώς ότι τα φυσικά πράγματα είχαν οποιαδήποτε δύναμη να έλκουν άλλα πράγματα, οι πλανήτες δεν μπορούσαν με κανένα τρόπο να επηρεάσουν ή να έχουν κάποια αντιστοιχία με τις ανθρώπινες υποθέσεις. Η επιθυμία να εξοριστεί η πιθανότητα της δράσης από απόσταση ήταν, στην πραγματικότητα, το μεγαλύτερο κίνητρο πίσω από τη μηχανιστική φιλοσοφία (Easlea, 1980). Οι μηχανιστές διακήρυξαν ότι δεν υπήρχαν κρυμμένες («απόκρυφες») ιδιότητες στην ύλη, καμία ψυχή, καμία ευφυία, καμία πρόθεση, καμία ικανότητα αυθόρμητης κίνησης και σίγουρα καμία ικανότητα να επηρεάζει ή να ανταποκρίνεται στις κινήσεις μακρινών σωμάτων. Τα αποτελέσματα ερμηνεύονταν ολοκληρωτικά βάσει προηγούμενων αιτίων  και τα αίτια αυτά, σε τελική ανάλυση, έπρεπε να είναι φυσικά (σωματικά, υλικά).

Η απόρριψη των ερμηνειών που στηρίζονταν στη δράση από απόσταση για χάρη των ερμηνειών που στηρίζονταν στη δράση με επαφή βασίστηκε στην αντικατάσταση όλων των οργανικών και ψυχο-πνευματικών ερμηνειών από μηχανιστικές. Στην καρδιά της μηχανιστικής οπτικής βρίσκονταν η άρνηση της αντίληψης ότι τα πράγματα στη φύση έχουν κάποιες κρυφές («απόκρυφες») δυνάμεις να έλκουν άλλα πράγματα. Η ψυχή και ο κόσμος δεν έμοιαζαν κατά κανένα τρόπο – δεν υπήρχαν αντιστοιχίες, δεν υπήρχαν ενδόμυχες συνηχήσεις. Έτσι αφαιρέθηκε η μαγεία από τη φύση. Το σύμπαν απογυμνώθηκε από κάθε χαρακτηριστικό με το οποίο το ανθρώπινο πνεύμα θα μπορούσε να νοιώσει ένα αίσθημα συγγένειας. Ακόμα κι όταν έγινε αποδεκτό ότι η ανθρώπινη υποκειμενική εμπειρία είναι εμπρόθετη, το γεγονός πως η επιστήμη ισχυρίζεται ότι το σύμπαν δεν έχει πρόθεση καταλήγει στην αποξένωση των ανθρώπων από τη φύση. Προκύπτει ένας δυισμός: οι άνθρωποι είναι έμβια και εμπρόθετα όντα, το υπόλοιπο σύμπαν είναι ένα γιγάντιο πτώμα που κινείται μηχανικά.

Ο πρωταρχικός δυισμός της σύγχρονης επιστήμης ήταν η διάσπαση του πνεύματος από την ύλη. Άλλοι δυισμοί, όπως η διάσπαση νόησης – σκέψης και η διάσπαση ψυχής – κόσμου ακολούθησαν λογικά αυτόν τον αρχικό διαχωρισμό. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για το «προπατορικό αμάρτημα» της επιστήμης – η προσδοκία της να γνωρίσει όλη την πραγματικότητα αρνούμενη ταυτόχρονα την πραγματικότητα όσων βρίσκονται έξω από την  επικράτεια των μεθόδων της. Μέσα στο πλαίσιο του μηχανιστικού παραδείγματος, η αστρολογία έπρεπε να θεωρηθεί ή κατασκεύασμα ή ανωμαλία – δηλαδή, είτε οι υπερασπιστές της είναι απατεώνες είτε η αστρολογία αποτελεί μια τόσο ριζική απόκλιση από τη θεσμοθετημένη γνώση, ώστε απλώς θεωρείται υπερβολικά αλλόκοτη για να την ερευνήσει κάποιος. Το θέμα είναι ότι η αστρολογία απορρίφθηκε από τη σύγχρονη επιστήμη όχι επειδή αποδείχθηκε εσφαλμένη αλλά επειδή καταρχήν δεν θα πρέπει να λειτουργεί. Η αστρολογία απλώς δεν ταιριάζει στο είδος του σύμπαντος που η επιστήμη οραματίζεται.


Τελικές σκέψεις

Από τον 17ο αιώνα, το μηχανιστικό παράδειγμα υπήρξε η κυρίαρχη κοσμοαντίληψη του δυτικού πολιτισμού. Επειδή ο μηχανισμός ξεκάθαρα αρνείται τη δυνατότητα δράσης από απόσταση, την ενυπάρχουσα θεότητα ή τα αναγωγικά αίτια, η αστρολογία καταρχήν απορρίφθηκε. Στην πραγματικότητα, η αστρολογία αποκηρύχθηκε όχι επειδή αποδείχθηκε εσφαλμένη, αλλά επειδή έγινε ακατανόητη όταν εξετάστηκε στο πλαίσιο των αυθαίρετων περιορισμών της σύγχρονης κοσμοαντίληψης. Η αστρολογία είναι συνδεμένη με το οργανικό παράδειγμα που η επιστήμη αντικατέστησε εκ βάθρων. Το οργανικό παράδειγμα υποστηρίζει ότι ο κόσμος είναι έμψυχος, ότι σ’ αυτόν ενοικεί μια πνευματική παρουσία εγγενής σε όλες τις ιεραρχίες της ύπαρξης. Κάθε ανθρώπινη ύπαρξη είναι ένας μικρόκοσμος – μια μικρογραφία του σύμπαντος – που αντανακλά τον μακρόκοσμο, το Σύμπαν ως ολότητα. Στα πλαίσια αυτής της κοσμοθεωρίας, η αστρολογία είναι κατανοητή, αφού μας βοηθάει να αντιληφθούμε με ποιο τρόπο συνδέονται ο μικρόκοσμος και ο μακρόκοσμος.

Στο επόμενο κεφάλαιο, θα εξετάσουμε την επιστημολογία του μηχανιστικού παραδείγματος - την πειραματική μέθοδο - και τις συνέπειες της λανθασμένης της εφαρμογής στην αστρολογική έρευνα. Θα υποστηρίξω ότι η πειραματική μέθοδος είναι από τη φύση της ακατάλληλη για την αστρολογική έρευνα και είναι απίθανο να προσφέρει στήριξη στην αστρολογική υπόθεση. Το επιχείρημά μου στηρίζεται στους εξής αλληλένδετους παράγοντες:

α) το νόημα κάθε τμήματος του ωροσκοπίου μπορεί να γίνει αντιληπτό μόνο στα πλαίσια των σχέσεων του με το σύνολο, 
β) η προσωπικότητα είναι εξελισσόμενη και δεν μπορεί να αναχθεί μόνο σε ένα τμήμα του ωροσκοπίου, 
γ) το νόημα των συμβόλων του ωροσκοπίου περιέχει μια αναπόφευκτη αμφισημία, 
δ) τα αστρολογικά φαινόμενα είναι συγχρονικά, 
ε) η αστρολογική αιτίαση είναι κυκλική και τελεολογική, και 
στ) το ωροσκόπιο συμβολίζει ένα ανοιχτό, αναπτυσσόμενο, μη καθορισμένο σύστημα.


Βιβλιογραφία
Easlea, B., Witch hunting, magic and the new philosophy: An introduction to debates of the scientific revolution 1450-1750, (1980) Atlantic Highlands, NJ: Humanities Press.

Griffin, D.R., Introduction: The reenchantment of science σε D.R. Griffin (Ed.), The reenchantment of science, σελ. 1-46, (1988), Albany, NY: State University of New York Press.

Kuhn, T., The structure of scientific revolutions, 2nd ed., 1970, Chicago: The University of Chicago Press.

Wittgenstein, L., Philosophical investigations (3rd ed.), 1970, G.E.M Anscombe, Trans. New York

[1] Κλέβοντας τη Φωτιά από τους Θεούς: Μύθος και Μέθοδος στην Αστρολογική Έρευνα.
[2] Από την ομώνυμη ταινία με θέμα τον πόλεμο του Βιετνάμ. Αν κάποιος στρατιώτης παρίστανε τον τρελό για να ξεφύγει από τη φρίκη του πολέμου, ο στρατιωτικός ψυχολόγος θεωρούσε ότι πράγματι ένας λογικός άνθρωπος θα τρελαίνονταν από τον πόλεμο, άρα το να τρελαθεί ο στρατιώτης ήταν φυσιολογικό, άρα δεν ήταν τρελός, άρα μπορούσε να συνεχίσει τον πόλεμο. Η διάταξη αυτή ονομάζονταν catch-22.
[3] Η δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων.



 
 
| 1 | 2 |
Custom Search
 
Δ Ι Α Φ Η Μ Ι Σ Η
<
<
<
<
<
Κάντε κλίκ απο κάτω